ΤΗ Η’ ΤΟΥ ΑΥΤΟΥ ΜΗΝΟΣ

 

Προεόρτια τής Συλλήψεως τής Αγίας Άννης, καί μνήμη τού Οσίου Πατρός ημών Παταπίου.

 

ΕΙΣ ΤΟΝ ΕΣΠΕΡΙΝΟΝ

 

Εις τό, Κύριε εκέκραξα, ιστώμεν Στίχους ς’ καί ψάλλομεν Στιχηρά Προσόμοια Προεόρτια.

 

Ήχος α’

Τών ουρανίων ταγμάτων

Πνευματικήν νύν χορείαν, δεύτε κροτήσωμεν, καί τόν Χριστόν υμνούντες, Προεόρτια δώρα, προσάξωμεν εκ πόθου, αίνον δεκτόν, τώ τού γένους καυχήματι, τή Θεοτόκω γεραίροντες τήν αυτής, παρ’ ελπίδα θείαν Σύλληψιν.

 

Εν παραδείσω η Άννα, τά ευαγγέλια, τού παρ’ ελπίδα πάσαν, υποδέχεται τόκου, τής μόνης Θεονύμφου, δηλούσα τρανώς, ως τρυφήσεως κρείττονος, καί απολαύσεως τύχοιμεν οι πιστώς, τόν καρπόν αυτής γεραίροντες.

 

Τού Οσίου, όμοιον

Τών ουρανίων χαρίτων, Πάτερ γευσάμενος, τών επιγείων πάντων, απεστράφης ηδέων, τήν μέθεξιν ενθέως, όθεν αεί, τής γλυκείας Πατάπιε, τών αγαθών τών εκείθεν κατατρυφών, απολαύσεως, ανύμνεις Χριστόν.

 

Έτερα Στίχ. Προσόμοια τού Οσίου.

Ήχος  ο αυτός

Πανεύφημοι Μάρτυρες υμάς

Πάτερ Πατάπιε σαρκός, τάς ορμάς ασκήσεως, καταμαράνας πυρσεύμασιν, έρημον ώκησας, ως Ηλίας πάλαι, τόν νούν καθηράμενος, απαύστοις πρός τό θείον ταίς νεύσεσι, καί νύν ικέτευε, δωρηθήναι ταίς ψυχαίς ημών, τήν ειρήνην, καί τό μέγα έλεος.

 

Πάτερ Πατάπιε χοροίς, Ασκητών ηρίθμησαι, τή απαθεία κοσμούμενος, καί κατεσκήνωσας, εν μοναίς οσίαις, ένθα φώς τό άδυτον, τό ξύλον τής ζωής ένθα πέφυκε, καί νύν ικέτευε, δωρηθήναι ταίς ψυχαίς ημών, τήν ειρήνην, καί τό μέγα έλεος.

 

Πάτερ Πατάπιε φωστήρ, εξ Αιγύπτου έλαμψας, φωταγωγών τήν υφήλιον, θαυμάτων λάμψεσι, ψυχοφθόρων νόσων, απελαύνων ζόφωσιν, δαιμόνων εκμειών αμαυρότητα, καί νύν ικέτευε, δωρηθήναι ταίς ψυχαίς ημών, τήν ειρήνην, καί τό μέγα έλεος.

Δόξα… Καί νύν… Θεοτοκίον, όμοιον

Πανύμνητε Δέσποινα ελπίς, τών πιστών καί στήριγμα, καταφυγή καί βοήθεια, σέ ικετεύομεν, Εκ παντός κινδύνου, τούς δούλους σου φύλαττε, τούς πίστει προσκυνούντας τόν τόκον σου, αυτώ πρεσβεύουσα, δωρηθήναι ταίς ψυχαίς ημών, τήν ειρήνην, καί τό μέγα έλεος.

Η Σταυροθεοτοκίον

Τόν ίδιον άρνα η Αμνάς, καί άμωμος Δέσποινα, εν τώ Σταυρώ ως εώρακεν, είδος ουκ έχοντα, ουδέ κάλλος, Οίμοι! θρηνωδούσα έλεγε, πού σου τό κάλλος έδυ γλυκύτατε; πού η ευπρέπεια; πού η χάρις η αστράπτουσα, τής μορφής σου, Υιέ μου παμφίλτατε;

 

Εις τόν Στίχον, Στιχηρά τής Οκτωήχου.

 

Απολυτίκιον  Ήχος πλ. δ'

Εν σοί Πάτερ ακριβώς διεσώθη τό κατ' εικόνα, λαβών γάρ τόν σταυρόν, ηκολούθησας τώ Χριστώ, καί πράττων εδίδασκες, υπεροράν μέν σαρκός, παρέρχεται γάρ επιμελείσθαι δέ ψυχής, πράγματος αθανάτου, διό καί μετά Αγγέλων συναγάλλεται, Όσιε Πατάπιε τό πνεύμά σου.

 

Καί τά λοιπά τού Εσπερινού καί Απόλυσις.

 

ΕΙΣ ΤΟΝ ΟΡΘΡΟΝ

 

          Μετά τήν συνήθη Στιχολογίαν, Κανόνες ο Προεότιος, καί τού Αγίου, φέροντες ομού τήν δε τήν Ακροστιχίδα, άνευ τών Ειρμών.

 

Χαράς ανοίγει Χριστός ημίν τάς πύλας.

 

Εν δέ τοίς Θεοτόκοις

Γεωργίου

 

Ωδή α’  Ήχος β’  Ο Ειρμός

«Δεύτε λαοί, άσωμεν άσμα Χριστώ τώ Θεώ, τώ διελόντι θάλασσαν, καί οδηγήσαντι, τόν λαόν όν ανήκε, δουλείας Αιγυπτίων, ότι δεδόξασται».

 

Χαράς ημίν, σήμερον προκαταγγέλλονται, ταμεία διανοίγεσθαι, καί αποκλείεσθαι, τής κατάρας αι λύπαι, εν τή θεία Συλλήψει, τής Θεομήτορος.

 

Άνθη τερπνά, σήμερον πιστοί δρεψάμενοι, ενθέων λόγων πλέξωμεν, τόν προεόρτιον, στέφανον εγκωμίων, τήν Παρθένον αινούντες, εν τή Συλλήψει αυτής.

 

Τού Οσίου

 

Ήχος καί Ειρμός ο αυτός

Ρώμην σοφέ, καί θείαν δύναμιν άνωθεν, εκ βρέφους ενδυσάμενος, πρός τής ασκήσεως, τούς αγώνας προθύμως, καί πόνους απεδύσω, Πάτερ Πατάπιε.

 

Αποβαλών, άπασαν τήν τών προσκαίρων ζωήν, καί κόσμον αρνησάμενος, τήν υπερκόσμιον, νύν απείληφας δόξαν, ής έτυχες ασκήσει, σοφέ Πατάπιε.

Θεοτοκίον

Γένος βροτών, σήμερον τής αναπλάσεως, μηνύματα εισδέχεται, καί ευαγγέλια, τά τής υιοθεσίας, εν τή σή παρ’ ελπίδα, Συλλήψει άχραντε.

 

Έτερος Κανών τού Αγίου Ποίημα Θεοφάνους

 

Ήχος ο αυτός

Εν βυθώ κατέστρωσε

Τού φαιδρού σου βίου τά φαιδρά, μέλλων κατορθώματα, ανευφημείν, εκδυσωπώ σε Όσιε, αίγλην φωτοδότιδα, ουρανόθεν μοι δωρηθήναι ικέτευε, νέφος εκμειούσαν, τό τής αγνωσίας μου Πατάπιε.

 

Αιγυπτίους πρίν ο τώ βυθώ, κρύψας θείω νεύματι, ώς εκ βυθού, τής κοσμικής συγχύσεως, σέ αναλαβόμενος, κατεφώτισε θεϊκαίς επιγνώσεσι, καί ολοφαή σε έδειξεν, αστέρα Πάτερ Όσιε.

 

Τής σαρκός τά πάθη χαλινώ, μάκαρ τής ασκήσεως, δουλαγωγών τής απαθείας έρωτι, ώφθης καθαρώτατον, οικητήριον τού Θεού διά πίστεως, καί χειμαζομένων, εύδιος λιμήν Πάτερ Πατάπιε.

Θεοτοκίον

Τής αρχαίας λύτρωσιν αράς, κόσμω παρεχόμενος, ό Λυτρωτής, εκ σού Παρθένε τίκτεται, άνθρωπος γενόμενος, ο τον Όσιον, αναδείξας Πατάπιον, κρήνην ιαμάτων, πάσι τοίς πιστώς αυτώ προστρέχουσι.

 

Προεόρτιος

 

Ωδή γ’  Ο Ειρμός

«Στερέωσον ημάς εν σοί Κύριε, ό ξύλω νεκρώσας τήν αμαρτίαν, καί τόν φόβον σου εμφύτευσον, εις τάς καρδίας ημών τών υμνούντων σε».

 

Σαλπίσωμεν φαιδρώς ευσήμως σήμερον, ενθέως καλούντες τήν κτίσιν πάσαν, προεόρτιον είς αίνεσιν, τής πανάγνου Μητρός θείας Συλλήψεως.

 

Αι θείαι δωρεαί καί τά χαρίσματα, προτείνονται σήμερον τοίς ανθρώποις, δηλουμένης τής Συλλήψεως, τής αιτίας τών ξένων χαρισμάτων Χριστού.

 

Τού Οσίου

 

Ο αυτός

Νεάζων τής ψυχής τώ τόνω Όσιε, αρχαίον πολέμιον διά πόνων, τής τά τού ασκήσεως κατέβαλες, και τού διήλεγξας βουλεύματα.

 

Οι πόνοι σου σοφέ τών αντιδόσεων, τών θείων ενέχυρον ασφαλείας, τών θαυμάτων τήν επίλαμψιν, εν τώ βίω παρέσχον σοι Πατάπιε.

Θεοτοκίον

Ελύθη τών βροτών ή πρώην στείρωσις, τών έργων λαμψάντων νύν τών ενθέων, παρ’ ελπίδα προελθούσης σου, εκ τής αγόνου καί στείρας Πανύμνητε.

 

Άλλος τού Οσίου

 

Eξήνθησεν ή έρημος

Δακρύων αναβλύσεσι, καταρδεύσας άριστα, τήν ψυχικήν σου αύλακα, σίτον θείων ήνεγκας πράξεων, αποθήκαις ταίς άνω συντηρούμενον.

 

Αγάπην οπλισάμενος, ώσπερ ξίφος Όσιε, καί θυρεώ σκεπόμενος, τής ενθέου σου ταπεινώσεως, τών δαιμόνων τά στίφη εξηφάνισας.

 

Λειμώσι τής ασκήσεως, καθάπερ κρίνον ήνθισας, ευωδιάζων Όσιε, τάς καρδίας τών ανυμνούντων σε, καί τελούντων σου, πίστει τό μνημόσυνον.

Θεοτοκίον

Αγκάλαις εποχούμενος, τής Τεκούσης Κύριε, τά τής Αιγύπτου είδωλα, δυναστεία τή σή συνέτριψας, εξ ής πλήθος Οσίων ανεβλάστησεν.

Ο Ειρμός

«Eξήνθησεν η έρημος, ωσεί κρίνον Κύριε, η τών εθνών στειρεύουσα, Εκκλησία τή παρουσία σου, εν η εστερεώθη η καρδία μου».

 

Κάθισμα τού Όσίου

Ήχος γ’  Τήν ωραιότητα

Πάθη τού σώματος, Θεομακάριστε, Πάτερ εξήρανας, δακρύων ρεύμασι, καί ιαμάτων ποταμούς, Πατάπιε ανέβλυσας, όθεν προσερχόμενοι, τώ τιμίω λειψάνω σου, χάριν τε καί έλεος, προφανώς αρυόμεθα, τιμώντές σου τήν μνήμην αξίως, πίστει θερμή θεομακάριστε.

Δόξα... Ήχος πλ. δ’

Τήν Σοφίαν καί Λόγον

Τήν πτωχείαν τού Λόγου τού δι’ ημάς, εκ Παρθένου τεχθέντος αναλαβών, ηγήσω τά πρόσκαιρα, ωσεί χόρτον Μακάριε, τού γνωστικού γάρ ξύλου, γευσάμενος Όσιε, τών Μοναστών εδείχθης, διδάσκαλος ένθεος, όθεν καί πρός ζήλον, αγγελικής πολιτείας, διήγειρας άπαντας, τοίς ενθέοις λογίοις σου, θεοφόρε Πατάπιε, Πρέσβευε Χριστώ τώ Θεώ, τών πταισμάτων άφεσιν ωρήσασθαι, τοίς εορτάζουσι πόθω, τήν αγίαν μνήμην σου.

Καί νύν… Προεόρτιον

Ήχος δ’  Ταχύ προκατάλαβε

Η πύλη η άβατος, νύν αποτίκτεται, η πόλις η πάμφωτος, λάμψαι προέρχεται, η μόνη Πανάχραντος, σήμερον δι’ Αγγέλου, τοίς Δικαίοις δηλούται, όθεν εν ευφροσύνη, ανεβόων τώ Κτίστη, Καρπόν ημίν δώρησαι, τήν αφθαρσίας πηγήν.

 

Προεόρτιος

 

Ωδή δ’   Ο Ειρμός

«Εισακήκοα Κύριε, τήν ακοήν τής σής οικονομίας, καί εδόξασά σε, μόνε Φιλάνθρωπε».

 

Ιλαρώτατα σήμερον, περιχαρώς, η κτίσις Θεοτόκε, προεόρτιόν σοι, άδει τήν αίνεσιν.

 

Γαληνήν αιθριάζεται, ο ουρανός, Παρθένε ευφροσύνην, τήν σήν προκηρύττων, ανθρώποις Σύλληψιν.

 

Τού Οσίου

 

Ο αυτός

Εν τοίς όπλοις Πατάπιε, τοίς τού φωτός, εχθρούς τούς αοράτους, εκπλήξας καθείλες, καί απενέκρωσας.

 

Ιδρυθείς επί άσειστον, πέτραν Σοφέ, ασκήσεως καί πόνον, εχθρών τρικυμίαις ού καταβέβλησαι.

Θεοτοκίον

Ως αρχήν ευφορίας νύν, τής πρός Θεόν, τήν Σύλληψίν σου Κόρη, η ανθρώπων φύσις σήμερον δέχεται.

 

Άλλος τού Οσίου

 

Ελήλυθας, εκ Παρθένου

Η άβυσσος, τών θερμών σου δακρύων κατέκλυσε, δαιμόνων στρατεύματα, καί αμαρτίας οιδήματα, πέλαγος θαυμάτων δέ, τοίς εν βυθώ παθημάτων αναδέδεικται.

 

Ταπείνωσιν, αγρυπνίαν καί σύντονον δέησιν, αγάπην αθόλωτον, πίστιν ελπίδα κτησάμενος, γέγονας συνόμιλος, επουρανίων Αγγέλων, Πάτερ Όσιε.

 

Εκοίμισας, ηδονών πολυμόρφων τά κύματα, θείαις αναβάσεσι, καί ανενδότοις καθάρσεσιν, όθεν πρός ανέσπερον, μετά τήν κοίμησιν, φέγγος εξεδήμησας.

Θεοτοκίον

Εξέλαμψας, εκ Παρθένου νεφέλης ο Ήλιος, αστέρας αυγάζοντας, αποδεικνύς τούς Οσίους σου, κόσμω καί τοίς πάθεσιν, εσταυρωμένους, Οικτίρμον τή δυνάμει σου.

 

Προεόρτιος

 

Ωδή ε’  Ο Ειρμός

«Ο τού φωτός χορηγός, καί τών αιώνων ποιητής Κύριος, εν τώ φωτί τών σών προσταγμάτων οδήγησον ημάς, εκτός σου γάρ άλλον, Θεόν ού γινώσκομεν».

 

Χαράς πληρούται η γή, καί ευφροσύνην νοητήν δέχονται, οι γηγενείς, εν τή σή Συλλήψει, Θεόνυμφε Αγνή, ήν προεορτάζοντες, πόθω υμνούμέν σε.

 

Ρώμην η φύσις ημών, η ασθενήσασα τό πρίν δέχεται, καί αρετών, θείας ευφορίας, λαμβάνει απαρχήν, εν τή παρ’ ελπίδα, Συλλήψει σου Άχραντε.

 

Τού Οσίου

 

Ο αυτός

Ιδείν τήν δόξαν Θεού, τοίς διανοίας οφθαλμοίς’ Όσιε, επιποθών, τά τερπνά τού κόσμου, παρείδες ως φθαρτά, καί τών ποθουμένων, αφθάρτων επέτυχες.

 

Σταυρόν επ’ ώμων λαβών, καί τώ Χριστώ ακολουθών Όσιε, εις τά τής γής, πέρατα διήλθες, ελαύνων εξ αυτής, τά τών πολεμίων, δαιμόνων συστήματα.

Θεοτοκίον

Ρείθρα πηγάζει ημίν, τά προεόρτια Αγνή σήμερον, τών νοητών, χαρίτων σου άπερ, αντλούντες δαψιλώς, σέ υμνολογούμεν, καί πόθω δοξάζομεν.

 

Έτερος τού Οσίου

 

Ο φωτισμός

Ο φωτισμός, τών εν σκότει κειμένων λάμψον μοι αίγλην, θείαις τού Οσίου σου ικεσίαις, λύσον τά νέφη τής αθλίας ψυχής μου, όμβρισόν μοι ρείθρα αφέσεως, άλλον γάρ εκτός σου, Θεόν ούκ επίσταμαι.

 

Λήμης παθών, εκκαθάρας τό όμμα τής διανοίας, Πάτερ θεοφόρε, δι’ εγκρατείας, θεία εντεύξει σύ διήνοιξας, κόρας πηρωθείσας καί διεσκέδασας, φέγγει ιαμάτων, δεινήν αμαυρότητα.

 

Ρώσιν ψυχής, ρώσιν σώματος πάσαν, άφθονον χάριν, δεύτε έξαντλήσωμεν ως εκ κρήνης, τής θείας θήκης τού σοφού Παταπίου, θαύματα γάρ βρύει ως νάματα, πίστει τοίς αυτώ, αδιστάκτως προστρέχουσιν.

Θεοτοκίον

Τόν χορηγόν, τής ζωής τών απάντων τόν συνοχέα, τέτοκας αρρήτω κυοφορία, τόν εν Αγίοις δοξαζόμενον Κόρη, καί Οσίοις αναπαυόμενον, όν υπέρ ημών, εκδυσώπει Θεόνυμφε.

 

Προεόρτιος

 

Ωδή ς’  Ο Ειρμός

«Εν αβύσσω πταισμάτων κυκλούμενος, τήν ανεξιχνίαστον τής ευσπλαγχνίας σου, επικαλούμαι άβυσσον, Εκ φθοράς ο Θεός με ανάγαγε».

 

Τής βροτών σωτηρίας προοίμια, σήμερον μηνύονται, καί καταβάλλονται, εν τοίς προεορτάζουσι, τής Αγνής καί Παρθένου τήν Σύλληψιν.

 

Οτή Άννη κηρύξας τήν Σύλληψιν, τής υπεραμώμου Παρθένου μηνύματα, κοινής χαράς παρέσχετο, καί καλών ευφορίαν τώ γένει ημών.

 

Τού Οσίου

 

Ο αυτός

Συνετρίβη τά βέλη Πατάπιε, τά κατά τής σής πεμπόμενα στερρότητος, καί νικητής πανάριστος, τού αεί πολεμήτορος έμεινας.

 

Θαυμασίοις Θεός σε εδόξασεν, ως υπερδοξάσαντα, του τον τοίς έργοις σου, τοίς θαυμαστοίς Πατάπιε, διά τούτό σε πάντες γεραίρομεν.

Θεοτοκίον

Γηγενείς προεόρτιον αίνεσιν, σήμερον σοί πλέκουσι, θεοχαρίτωτε, καί τήν σεπτήν σου Σύλληψιν, ως χαράς ευαγγέλια δέχονται.

 

Έτερος τού Οσίου

 

Ειρμός ο αυτός

«Φανοτάταις τόν νούν ελλαμπόμενος, Πάτερ αναβάσεσι, καθάπερ άσαρκος, μετά σαρκός εβίωσας, μή βραχείς αμαρτίαις Πατάπιε».

 

Ηλιού τόν θεσβίτην μιμούμενος, καί ιχνηλατών Ιωάννην τόν Πρόδρομον, έρημον πρίν κατώκησας, Τι συχία τόν νούν καθαιρόμενος.

 

Εξ Αιγύπτου φωστήρ διαυγέστατος, τήν Kωνσταντινούπολιν, φέγγει ιάσεων, καταφωτίζων ήστραψας, φαεινότατε Πάτερ Πατάπιε.

Θεοτοκίον

Επί κούφης νεφέλης καθήμενος, πάλαι Αιγυπτίοις, Χριστός επεδήμησε, καί καθελών τά είδωλα, τών Οσίων χορούς επεσπάσατο.

Ο Ειρμός

«Εν αβύσσω πταισμάτων κυκλούμενος, τήν ανεξιχνίαστον τής ευσπλαγχνίας σου, επικαλούμαι άβυσσον, Εκ φθοράς ό Θεός με ανάγαγε».

Κοντάκιον τού Οσίου

Ήχος γ’  Η Παρθένος σήμερον

Τόν ναόν σου Άγιε, πνευματικόν ιατρείον, οι λαοί ευράμενοι, μετά σπουδής προσιόντες, ίασιν τών νοσημάτων λαβείν αιτούνται, λύσιν τε τών εν τώ βίω πλημμελημάτων, σύ γάρ πάντων τών εν ανάγκαις, προστάτης ώφθης, Πατάπιε Όσιε.

Ο Οίκος

Η σορός σου Σοφέ πάσι βρύει ιάματα, εξ ών πάντες πιστοί αρυόμενοι, σώζονται εκ νόσων πολλών, ψυχών καί σωμάτων, ώνπερ ό τάλας εγω πεπείραμαι ρυσθείς τών θλιβόντων με, καί διά τούτο τήν σήν αντίληψιν νύν ανευφημώ, καί διηγούμαι τρανώς, πώς επιφθάνεις τούς εν ανάγκαις, καί εκλυτρούσαι πειρασμών τούς προσιόντας σοι θερμώς, Διό δίδου ισχύν μοι ανυμνείν σε, σύ γάρ πάντων τών εν ανάγκαις, προστάτης ώφθης, Πατάπιε Οσιε.

 

Σ υ ν α ξ ά ρ ι ο ν

Τή Η’ τού αυτού μηνός, Μνήμη τού Οσίου Πατρός ημών Παταπίου.

Στίχοι

·        Φθαρτόν λελοιπώς Πατάπιε γής πάτον,

·        Πατείς, όπου πατούσι πραέων πόδες.

·        Ογδοάτη Πατάπιε χλόης πέδον αμφεπάτησας.

 

Τή αυτή ημέρα, Μνήμη τών Αγίων Αποστόλων εκ τών Eβδομήκοντα, Σωσθένους, Απολλώ, Κηφά, Τυχικού, Επαφροδίτου, Καίσαρος, καί Ονησιφόρου.

Στίχοι

·        Αποστόλους σήμερον επτά γεραίρω,

·        Ως γενναίους κήρυκας τού Θεού Λόγου.

 

Τή αυτή ημέρα, Μνήμη τού Οσίου Πατρός ημών Σωφρονίου, Επισκόπου Κύπρου.

Στίχοι

·        Πάν Σωφρόνιος σαρκικόν σβέσας πάθος,

·        Καί σαρκός αυτής εξαπέπτη πηλίνης.

 

Ταίς αυτών Αγίαις, πρεσβείαις, ο Θεός, ελεησον καί σώσον ημάς. Αμήν.

 

Προεόρτιος

 

Ωδή ζ’  Ο Ειρμός

«Eικόνος χρυσής, εν πεδίω Δεηρά λατρευομένης, οι τρεις σου Παίδες κατεπάτησαν, αθεωτάτου προστάγματος, μέσον δέ πυρός εμβληθέντες, δροσιζόμενοι έψαλλον, Ευλογητός εί ο Θεός, ο τών Πατέρων ημών».

 

Η χάρις Θεού, τά προοίμια αυτής εν τή Συλλήψει, τής Παναχράντου καταβάλλεται, τή ανθρωπότητι σήμερον, ήν προεορτάζοντες πόθω, αναβοώμεν καί λέγομεν, Ευλογητος εί ο Θεός, ο τών Πατέρων ημών.

 

Μυρίπνοον νούν, ευωδίαν νοητήν η τής Πανάγνου, προδιαπνέει θεία Σύλληψις, ευωδιάζουσα χάριτι, τούς προεορτάζοντας ταύτην, καί βοώντας καί λέγοντας, Ευλογητός εί ο Θεός, ο τών Πατέρων ημών.

 

Τού Οσίου

 

Ο αυτός

Ιλύος παθών, τής ψυχής τό διαυγές αποκαθάρας, έσοπτρον θείων επιλάμψεων, ταύτην εποίησας Όσιε, όθεν μυστικής θεωρίας, επαπολαύων εκραύγαζες, Ευλογητός εί ο Θεός, ο τών Πατέρων ημών.

 

Νοσούντων πολλών, συνεργεία θεϊκή Θεομακάριστε, πάθη ποικίλα εθεράπευσας, καί θεϊκαίς επικλήσεσι, στίφη πονηρά τών δαιμόνων, αναμέλπων απήλασας, Ευλογητός εί ο Θεός, ο τών Πατέρων ημών.

Θεοτοκίον

Ιδρύεται νύν, επί πέτραν νοητήν βροτών η φύσις, τής τού Δεσπότου επιγνώσεως, καί θείας φύσεως Άχραντε, τή σή παρ’ ελπίδα Συλλήψει, καί προκηρύττουσα μέλπει νύν, Ευλογητός εί ό Θεός, ο τών Πατέρων ημών.

 

Έτερος τού Οσίου

 

Ειρμός ο αυτός

Πυρί νοητώ, αναφλέξας τής ψυχής τά αισθητήρια, πύρ αμαρτίας απετέφρωσας, τή συνεργεία τού Πνεύματος, καί φωτοειδής καθω ράθης, αναμέλπων Πατάπιε, Ευλογητός εί ο Θεός, ο τών Πατέρων ημών.

 

Θαυμάτων βυθός, ιαμάτων ποταμός, κρήνη αέναος, ρείθρον μηδόλως δαπανώμενον, σού η σορός αναδέδεικται, Πάτερ τοίς πιστώς προσιούσι, καί θερμώς άνακράζουσιν, Ευλογητός εί ο Θεός, ο τών Πατέρων ημών.

Θεοτοκίον

Θεοί με εκ σού, ο υπέρθεος Αγνή δούλου μορφήν υποδύς, καινοτομεί δέ τρίβους γνώσεως, ώσπερ τούς νόμους τής φύσεως, πλήθη Μοναστών καί Οσίων, επαγόμενος ψάλλοντα, Ευλογητός εί ο Θεός, ο τών Πατέρων ημών.

 

Προεόρτιος

 

Ωδή η’

«Τόν εν καμίνω τού πυρός, τών Εβραίων τοίς Παισί συγκαταβάντα, καί τήν φλόγα εις δρόσον μεταβαλόντα Θεόν, υμνείτε τά έργα ως Κύριον, καί υπερυψούτε εις πάντας τούς αιώνας».

 

Τής ακαρπίας ο βλαστός, ευθηνίαν αγαθών προκαταγγέλλει, τών ανθρώπων τώ γένει, εν τή βλαστήσει αυτού, καί πάντας εις τήν προεόρτιον, αυτού συγκαλείται, ανθρώπους ευφροσύνην.

 

Αι εκφυείσαι τοίς βροτοίς, τής κατάρας εν Εδέμ τή παραβάσει, ανελκύεσθαι ρίζαι, σαφώς μηνύονται νύν, τής ράβδου δηλουμένης άπασι, θείας ευλογίας, φύεσθαι εν τώ κόσμω.

 

Τού Οσίου

 

Ο αυτός

Σύ τών παθών τάς προσβολάς, ως νικήσας τής σαρκός καί τούς πολέμους, εκ Θεού θείαν χάριν, εισδέδεξαι ως εικός, ιάσθαι πάθη τά ανίατα, όθεν σε τιμώμεν, Πατάπιε τρισμάκαρ.

 

Πάντα ποιών σεμνοπρεπώς, ώ Πατάπιε σοφέ εις Θεού δόξαν, πάντα πόνον κουφίζεις, πάντων πασχόντων σαφώς, διό σε πάντες πιστοί Όσιε, ύμνοις ευφημούμεν, ως τού Δεσπότου φίλον.

Θεοτοκίον

Οι πεποιθότες επί σοί, καί καυχώμενοι αεί Θεοκυήτορ, τήν σήν πόθω τιμώμεν, Σύλληψιν θείαν πιστώς, υμνούντες απαύστως τόν Κύριον, καί υπερυψούντες, αυτόν εις τούς αιώνας.

 

Έτερος τού Οσίου

 

Ειρμός ο αυτός

Αποκαθάρας σεαυτόν, τής ιλύος τών παθών δι’ εμμελείας, τηλαυγέστατον, ώφθης, Πάτερ δοχείον Θεού, κραυγάζων, Υμνείτε τόν Κύριον, καί υπερυψούτε, είς πάντας τούς αιώνας.

 

Ταίς πρός τόν Κύριον ευχαίς, αποκάθαρον ημάς πάσης κηλίδος, τή θερμή σου πρεσβεία, καί τρικυμίας παθών, καί νόσων καί θλίψεων λύτρωσαι, τούς σέ κατ’ αξίαν, Πατάπιε τιμώντας.

 

Οικονομήσας σεαυτού, τήν ζωήν θεοπρεπώς, Όσιε Πάτερ οικονόμος εδείχθης, διακονήσας καλώς, ταίς χρείαις τών αγίων Όσιε, μεθ’ ών ηξιώθης, τής άνω κληρουχίας.

Θεοτοκίον

Η ουρανώσασα ημών, τήν γεώδη καί φθαρτήν Αγνή ουσίαν, τών Αγγέλων η δόξα, καί τών Οσίων χαρά, η μόνη τών κτισμάτων Δέσποινα, ως Θεόν τεκούσα, υμνείσθω εις αιώνας.

Ο Ειρμός

«Τόν εν καμίνω τού πυρός, τών Εβραίων τοίς Παισί συγκαταβάντα, καί τήν φλόγα εις δρόσον μεταβαλόντα Θεόν, υμνείτε τά έργα ως Κύριον, καί υπερυψούτε, εις πάντας τούς αιώνας».

 

Προεόρτιος

 

Ωδή θ’

«Τον εκ Θεού Θεόν Λόγον, τόν αρρήτω σοφία, ήκοντα καινουργήσαι τόν Αδάμ, βρώσει φθορά πεπτωκότα δεινώς, εξ αγίας Παρθένου, αφράστως σαρκωθέντα δι’ ημάς, οι πιστοί ομοφρόνως, εν ύμνοις μεγαλύνομεν».

 

Υπερφυείς ως ακτίνας, προανίσχει τώ κόσμω, η Σύλληψίς σου πάνσεμνε Αγνή, τάς νοουμένας τής χάριτος, καί λαμπρύνει τούς πόθω, εν ταύτη προεόρτιον ωδήν, τώ Δεσπότη τών όλων, εν πίστει αναμέλποντας.

 

Λύσιν στειρώσεως Άννα, δεχομένη μηνύει, βροτοίς τήν ευφορίαν τών καλών, καί ευκαρπίαν τής φύσεως, καί καλεί πάσαν κτίσιν, εν σή Συλλήψει άχραντε Αγνή, προεόρτια δώρα, προσάξαι σοι τήν αίνεσιν.

 

Τού Οσίου

 

Ο αυτός

Απαρυσάμενος Πάτερ, εκ πηγής αενάου, τού Πνεύματος τήν χάριν δαψιλώς, τών ιαμάτων Πατάπιε, ταύτην πάσιν αφθόνως, παρέχεις τοίς τήν μνήμην σου πιστώς, εκτελούσι καί πόθω, τόν Κτίστην μεγαλύνουσι.

 

Σύν Αποστόλοις χορεύων, σύν Μαρτύρων τοίς δήμοις, Όσίων τε τοίς πλήθεσι σοφέ, εν ουρανίαις Πατάπιε, νύν σκηναίς υπέρ πάντων, ικέτευε τόν Κτίστην καί Θεόν, τών πιστώς εκτελούντων, τήν σεβασμίαν μνήμην σου.

Θεοτοκίον

Υπερχυθείσα η χάρις, τής Χριστού ευσπλαγχνίας, εις πάντας τούς ανθρώπους δαψιλώς, σέ μεσιτείαν παρέσχετο, τών αυτού δωρημάτων, τήν πρόξενον απάντων τών καλών, διά τούτό σε πίστει, καί πόθω μακαρίζομεν.

 

Άλλος τού Οσίου

 

Ανάρχου Γεννήτορος

Ημέρα σωτήριος, η μνήμη σου επέλαμψε, τάς εν σκότει καρδίας καταφωτίζουσα, λύουσα παθών τήν ομίχλην, υιούς φωτός, δεικνύουσα Πάτερ, τούς σέ νύν γεραίροντας, τού Κυρίου τόν θεράποντα.

 

Θηβαίων τό καύχημα, τό τής ερήμου βλάστημα, Μοναζόντων τό κλέος καί τήν ευπρέπειαν, τόν τής Βυζαντίδος φωστήρα, τόν επί γής, Άγγελον φανέντα, Πατάπιον άπαντες, επαξίως μακαρίσωμεν.

 

Αγγέλων εφάμιλλος, Οσίων ισοστάσιος, Προφητών Αποστόλων, Μαρτύρων Ιεραρχών, Οσίων συμμέτοχος πέλων, καί τή σεπτή, Τριάδι λατρεύων, νοός καθαρότητι, υπέρ πάντων ημών πρέσβευε.

Θεοτοκίον

Το μέγα Μυστήριον, τής υπέρ νούν λοχείας σου, καταπλήττει Αγγέλους θεοχαρίτωτε, θέλγει τών Οσίων τόν δήμον, τούς Iερούς, ευφραίνει Πατέρας, ενθέως υμνούντάς σε, Θεοτόκε απειρόγαμε.

Ο Ειρμός

«Ανάρχου Γεννήτορος, Υιός Θεός καί Κύριος, σαρκωθείς εκ Παρθένου ημίν επέφανε, τά σκοτισμένα φωτίσαι, συναγαγείν τά εσκορπισμένα, διό τήν πανύμνητον, θεοτόκον μεγαλύνομεν».

 

Εξαποστειλάριον

Τοίς μαθηταίς συνέλθωμεν

Πατάξας τόν Αιγύπτιον, καί Ασσύριον άρδην, νούν τών παθών Πατάπιε, τώ Χριστώ θεοφόρε, κατηκολούθησας χαίρων, τόν σταυρόν σου βαστάζων, τόν Ηλιού δέ Κάρμηλον, εικονίζων σύ Πάτερ, ασκητικώς, τάς ερήμους ώκησας, καί πρός ύψος, τής απαθείας έφθασας, συγκραθείς τή Τριάδι.

Θεοτοκίον

Λόγου Θεού μητέρα σε, ανυμνούμεν σύν ποθω, εν θεοπνεύστοις άσμασι, Παναγία Παρθένε, οι δια σού σεσωσμένοι, νέμοις ούν Θεοτόκε, τοίς αναξίοις δούλοις σου, ιλασμόν καί ειρήνην, καί φωτισμόν, όσα γάρ θέλεις δύνασαι καί ισχύεις, ως πάντων ούσα Δέσποινα, υπερένδοξε Κόρη.

 

Η λοιπή Ακολουθία τού Όρθρου, ως σύνηθες, καί Απόλυσις.